Σαν πέσει στα γρανάζια του
που όλα τα αλέθει
τη μέρα ζει με τ' όνειρα
τη νύχτα την παλεύει
με ράδιο και με τιβί
πότε θα ξημερώσει
όπως το έντομο το φως
την ψάχνει στις οθόνες
του λάπτοπ και του κινητού
να δει το όνομά της
μήνυμα ή συνδιάλεξη,
μια επαφή μαζί της
σαν το ποτάμι που κυλά
και ψάχνει λίμνη ή θάλασσα
τον προορισμό του νάβρει
λιώνει ο πόθος το μυαλό
στα κύτταρα κυριαρχεί
την λογική σαρώνει
είναι σαν φύλλο που επιπλέει
κι ακολουθεί την διαδρομή
που το νερό χαράζει,
έτσι δικό του το αίσθημα
μαγκώνεται και στρίβει
σε κάθε πέτρα ή στροφή
που συναντά η κοίτη
κι επιταχύνει ύστερα
μόλις το ξεπεράσει
μα το χαμένο διάστημα
ποτέ δεν το καλύπτει
γιατί νερό και αισθήματα
πάντα γλυστρούν και φεύγουν